Δυο λόγια για τα λαϊκά παραμύθια στις κρυψώνες

     











Τα λαϊκά παραμύθια μεταφέρθηκαν, μέσα στους αιώνες, μόνο με τον προφορικό λόγο, μέχρι ν’ αρχίσουν να καταγράφονται  κατά τον 19ο αιώνα.
Είναι ένας λόγος μεταφορικός, ποιητικός, γεμάτος μνήμες και μυστικά. Ακολουθώντας τους νόμους της προφορικότητας, υποτάσσεται στη μουσική των φθόγγων, μιλά με εικόνες, έχει οικονομία και κυρίως έχει ελευθερία στην έκφραση που πλημμυρίζει από τους χυμούς της ζωντανής επικοινωνίας.
Το ότι επιβίωσαν μέσα σε τόσους αιώνες, μαρτυρά το βαθύ τους ρίζωμα στα «χούγια» της ψυχής μας.
Τα τελευταία εξήντα χρόνια, με τις ραγδαίες αλλαγές στην καθημερινότητά μας –αστικοποίηση, εργασία, κατοικία, διατροφή, ντύσιμο, ψυχαγωγία, σχέση με την οικογένεια, την Φύση, σχέση με το σώμα και κυρίως σχέση με το Θεό – βρισκόμαστε σε κατάσταση παραζάλης και χάνουμε τα φίλτρα μας απέναντι στο «αλλότριο», που πάντα ως λαός καλοδεχόμαστε, αλλά είχαμε τη δύναμη και ν’ αφομοιώνουμε.
Πού το παιγνιώδες, ανατρεπτικό πνεύμα των παππούδων μας που μιλούσαν με το αίνιγμα, το περιπαιχτικό στιχάκι, τη μεταφορά… που πατούσαν γερά πάνω στα πόδια τους και μπορούσαν να διαλεχτούν με το γνωστό και το άγνωστο στη ζωή τους, καλλιεργώντας και αναπτύσσοντας ευφάνταστους τρόπους όπως τους μαρτυρά η μεγάλη ποικιλία της προφορικής μας παράδοσης: τραγούδια, νανουρίσματα, μοιρολόγια, λαχνίσματα, ταχταρίσματα, παινέματα, γλωσσοδέτες, χελιδονίσματα, αινίγματα, ξορκίσματα και πολλά άλλα, και βεβαίως παραμύθια!
Τώρα, στο σχολικό περιβάλλον, αν ο δάσκαλος δεν έχει μια ιδιαίτερη προτίμηση, μνήμη ή μύηση στα παραμύθια, ίσως του φανούν παράξενα, ξένα, «ακατάλληλα»!
Ναι, ζητούν άλλη σχέση με τα παιδιά, σχέση «συνενοχής», αυτήν που μοιραζόμαστε με τον άλλο μυστικά!
Ξεκινάμε με τους μαθητές μας μαζί• πιασμένοι από το χέρι μπαίνουμε σ’ ένα μαγικό περιβόλι, βιώνουμε την ίδια εμπειρία που δεν ξέρουμε από την αρχή τι ίχνη θ’ αφήσει στον καθένα μας.
Κάποιοι θα γοητευθούν πολύ, άλλοι λιγότερο, πάντως είναι σίγουρο πως αν συγκινούν αυτόν που τα μεταφέρει, η συγκίνηση αυτή μεταδίδεται με τους άρρητους τρόπους του σώματος, του βλέμματος, της χροιάς της φωνής.
Γι αυτούς που θα το τολμήσουν, διευκρινίζω ότι η θεματική επιλογή είναι απολύτως συμβατική. Όπως είπαμε ο λόγος δεν είναι κυριολεκτικός, αλλά μεταφορικός, οπότε υπάρχει δεύτερο και τρίτο… και νιοστό επίπεδο ανάγνωσης.
Τα αφηγούμαι πάνω από 20 χρόνια κι ακόμη, κάθε φορά α ν α κ α λ ύ π τ ω !
Γιατί σφύζουν από ζωή κι άρα η κατανόηση εξαρτάται από την ωριμότητα, την ευαισθησία, τους προβληματισμούς του αποδέκτη τους. Οπότε, σας προτείνω  να μην ακολουθήσουν ανιαρές συζητήσεις για το συμπέρασμα, που σαν απόχη πάει να φυλακίσει το πέταγμα της φαντασίας, τη διαισθητική διαδρομή που θα βρει τον δικό της χρόνο να κατασταλάξει σε νόημα. Άλλωστε το κουκούτσι των λαϊκών παραμυθιών περιέχει το βαθύτερο «θέλω» ενός ανθρώπου, όπως είναι τα παιδιά κι όχι όπως οι τρέχουσες νουθετήσεις που δεν προωθούν τα ρεύματα της ζωής, αλλά το φόβο μην ξεχωρίσουμε από την μέση αντίληψη του «καλού» παιδιού, κι αργότερα του «καλού» πολίτη.
Τα λαϊκά παραμύθια στοχεύουν στον ώριμο άνθρωπο, που αντέχει τις αντιφάσεις της ζωής και λαχταράει να την γευτεί ως το τέλος.
Το παραμύθι ακολουθείται από σιωπή. Παρατηρείστε το βλέμμα, το σώμα των μαθητών σας να δείτε τι μιλούν και λέγουν αυτά.
Η ιδιαιτερότητα της μορφής - σύνταξη, λέξεις… - των παραμυθιών είναι το περιεχόμενό τους, δεν μεταγλωττίζονται στον καθημερινό μας λόγο, γιατί τότε αποδομούνται, καταντούν ανόητα. Αυτό που μεταφέρουν μεταδίδεται μέσα από τη μουσικότητα του λόγου, την ιδιαιτερότητα των λέξεων. Άλλωστε τα παιδιά καταλαβαίνουν από τα συμφραζόμενα και κυρίως από το αίσθημα που φέρουμε. Ας μην τα διαψεύσομε στο αίσθημα• όλα τα φέρουμε και όλα τα αναγνωρίζουμε. Η ζωή μας ξεπερνάει, είναι ένα ακατανόητο θαύμα, στο οποίο καλούμαστε να συμμετάσχουμε ολόκληροι.

Στα παραμύθια που διάλεξα έχω κάνει κάποια επιμέλεια κατά τη δική μου αντίληψη και αισθητική, άλλωστε συμβιώνουμε πολλά χρόνια, τους είμαι αφοσιωμένη και μου το επιτρέπουν.
Καλή διαδρομή!                                                                                                                                    

Κείμενο που έγραψα το 2017 για το βιβλίο της Άννας Νεπαυλάκη "Φτού και βγαίνω" 8 κρυψώνες αυτοεκτίμησης.     Αυτή είναι η εισαγωγή προς τους "χρήστες" του βιβλίου, που περιέχει και 8 λαϊκά παραμύθια. Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις ΚΑΛΕΙΔΟΣΚΟΠΙΟ.

3 σχόλια:

  1. Νίκη Βασιλοπουλου19 Οκτωβρίου 2018 στις 2:27 π.μ.

    Εσύ θα λες κι εμείς θα ...ρουφαμε!! ....και θα είμαστε ευγνώμονες για ο.τι μας προσφέρεις!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. το κείμενο, πάντως, είναι όμορφο, λέει αλήθειες και κάνει επισημάνσεις που με βρίσκουν σύμφωνο. Το διάβασα γιατί έχω υπάρξει λάτρης των παραμοιθιών, εκείνων των πολύ παλιών, όχι των σημερινών που τα περισσότερα σκοτώνουν τη φαντασία και σε απωθούν με τον αφόρητο διδακτισμό..

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Κελαριστά ευανάγνωστο κείμενο! Ευχαριστούμε για ακόμα ένα ανοιχτό παράθυρο με θέα και δροσερή αύρα ευωδίας ανθισμένων λέξεων.

    ΑπάντησηΔιαγραφή